search


keyboard_tab Digital Market Act 2022/1925 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/1925 EL cercato: 'παράγραφο ' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index παράγραφο :


whereas παράγραφο :


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 1838

 

Άρθρο 3

Ορισμός των πυλωρών

1.   Μια επιχείρηση ορίζεται ως πυλωρός εάν:

α)

έχει σημαντικό αντίκτυπο στην εσωτερική αγορά·

β)

παρέχει βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας η οποία αποτελεί σημαντική πύλη για να συνδέονται οι επαγγελματίες χρήστες με τελικούς χρήστες· και

γ)

κατέχει παγιωμένη και σταθερή θέση, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της, ή αναμένεται ότι θα κατέχει τέτοια θέση στο εγγύς μέλλον.

2.   Μια επιχείρηση τεκμαίρεται ότι πληροί τις αντίστοιχες απαιτήσεις της παραγράφου 1:

α)

όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο α), όταν επιτυγχάνει ετήσιο κύκλο εργασιών στην Ένωση ίσο ή μεγαλύτερο από 7,5 δισεκατομμύρια EUR σε καθένα από τα τρία τελευταία οικονομικά έτη ή όταν η μέση χρηματιστηριακή της αξία ή η ισοδύναμη πραγματική αγοραία της αξία ανήλθε σε τουλάχιστον 75 δισεκατομμύρια EUR το τελευταίο οικονομικό έτος και παρέχει την ίδια βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας σε τουλάχιστον τρία κράτη μέλη·

β)

όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο β), όταν παρέχει βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας που είχε κατά το τελευταίο οικονομικό έτος τουλάχιστον 45 εκατομμύρια μηνιαίους ενεργούς τελικούς χρήστες, οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι ή βρίσκονται στην Ένωση, και τουλάχιστον 10 000 ετήσιους ενεργούς επαγγελματίες χρήστες που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση, οι οποίοι προσδιορίζονται και υπολογίζονται σύμφωνα με τη μεθοδολογία και τους δείκτες που παρατίθενται στο παράρτημα·

γ)

όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο γ), όταν τα όρια που προβλέπονται στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου πληρούνταν για καθένα από τα τελευταία τρία οικονομικά έτη.

3.   Όταν μια επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας πληροί όλα τα όρια της παραγράφου 2, κοινοποιεί το γεγονός αυτό στην Επιτροπή αμελλητί και σε κάθε περίπτωση εντός δύο μηνών από την πλήρωση αυτών των ορίων και της παρέχει τις σχετικές πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2. Η εν λόγω κοινοποίηση περιλαμβάνει τις σχετικές πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2 για καθεμία από τις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας της επιχείρησης που πληροί τα όρια της παραγράφου 2 στοιχείο β). Όταν περαιτέρω βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας παρεχόμενη από την επιχείρηση που έχει προηγουμένως οριστεί ως πυλωρός πληροί τα όρια της παραγράφου 2 στοιχεία β) και γ), η εν λόγω επιχείρηση ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή εντός δύο μηνών από την πλήρωση των εν λόγω ορίων.

Εάν επιχείρηση που παρέχει τη βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας δεν ενημερώσει την Επιτροπή κατά τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου και δεν παράσχει, εντός της προθεσμίας που έχει ορίσει η Επιτροπή στο αίτημά της για παροχή πληροφοριών, δυνάμει του άρθρου 21, όλες τις σχετικές πληροφορίες που απαιτούνται ώστε η Επιτροπή να ορίσει την ενδιαφερόμενη επιχείρηση ως πυλωρό σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή δικαιούται να ορίσει την εν λόγω επιχείρηση ως πυλωρό, βάσει των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή της.

Αν επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας συμμορφωθεί με το αίτημα παροχής πληροφοριών δυνάμει του δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου ή αν οι πληροφορίες παρασχεθούν μετά την εκπνοή της προθεσμίας στην οποία αναφέρεται το εν λόγω εδάφιο, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο 4.

4.   Η Επιτροπή ορίζει ως πυλωρό μια επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας και πληροί όλα τα όρια της παραγράφου 2, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο εντός 45 εργάσιμων ημερών μετά τη λήψη του συνόλου των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5.   Η επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας μπορεί να προβάλλει, με την κοινοποίησή της, επαρκώς τεκμηριωμένα επιχειρήματα για να αποδείξει ότι, κατ’ εξαίρεση και λόγω των περιστάσεων υπό τις οποίες λειτουργεί η σχετική βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας, δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 1, παρότι πληροί όλα τα όρια της παραγράφου 2.

Αν η Επιτροπή θεωρεί ότι τα επιχειρήματα που προβάλλονται δυνάμει του πρώτου εδαφίου από την επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας δεν είναι επαρκώς τεκμηριωμένα διότι δεν θέτουν προδήλως υπό αμφισβήτηση τα τεκμήρια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, μπορεί να απορρίψει τα εν λόγω επιχειρήματα εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 4, χωρίς να εφαρμόσει τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 17 παράγραφος 3.

Αν η επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας προβάλλει επαρκώς τεκμηριωμένα επιχειρήματα που θέτουν προδήλως υπό αμφισβήτηση τα τεκμήρια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί, με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, να ξεκινήσει τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 17 παράγραφος 3.

Αν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας δεν αποδεικνύει ότι οι σχετικές βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας που παρέχει δεν πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ορίζει την εν λόγω επιχείρηση ως πυλωρό, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 17 παράγραφος 3.

6.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 49, για να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό προσδιορίζοντας τη μεθοδολογία για τη διαπίστωση του κατά πόσον πληρούνται τα ποσοτικά όρια που ορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, και να προσαρμόζει τακτικά την εν λόγω μεθοδολογία στις εξελίξεις της αγοράς και τις τεχνολογικές εξελίξεις, εάν είναι αναγκαίο.

7.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 49 για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού με την επικαιροποίηση της μεθοδολογίας και του καταλόγου των δεικτών που παρατίθενται στο παράρτημα.

8.   Η Επιτροπή ορίζει ως πυλωρό, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 17, οποιαδήποτε επιχείρηση παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας η οποία πληροί όλες τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, αλλά δεν πληροί όλα τα όρια που καθορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Προς τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη ορισμένα ή όλα τα ακόλουθα στοιχεία, στον βαθμό που αφορούν την υπό εξέταση επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας:

α)

το μέγεθος, συμπεριλαμβανομένων του κύκλου εργασιών και της χρηματιστηριακής αξίας, των δραστηριοτήτων και της θέσης της εν λόγω επιχείρησης·

β)

τον αριθμό των επαγγελματιών χρηστών που χρησιμοποιούν τη βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας για να συνδεθούν με τελικούς χρήστες και τον αριθμό των τελικών χρηστών·

γ)

τα αποτελέσματα δικτύου και τα πλεονεκτήματα που προκύπτουν από τα δεδομένα, ιδίως όσον αφορά τη δυνατότητα της εν λόγω επιχείρησης να έχει πρόσβαση σε και να συλλέγει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και μη προσωπικού χαρακτήρα ή να τα αναλύει·

δ)

τυχόν αποτελέσματα κλίμακας και εμβέλειας από τα οποία επωφελείται η  επιχείρηση, μεταξύ άλλων όσον αφορά τα δεδομένα, και, κατά περίπτωση, τις δραστηριότητές της εκτός της Ένωσης·

ε)

τα φαινόμενα εγκλωβισμού επαγγελματιών χρηστών ή τελικών χρηστών, συμπεριλαμβανομένων του κόστους αλλαγής παρόχου και της συμπεριφορικής μεροληψίας που μειώνει την ικανότητα των επαγγελματιών χρηστών και των τελικών χρηστών να αλλάξουν πάροχο ή να χρησιμοποιούν πολλαπλές πλατφόρμες·

στ)

μια εταιρική δομή ομίλου ή κάθετη ενοποίηση της εν λόγω επιχείρησης, η οποία για παράδειγμα της επιτρέπει τις διεπιδοτήσεις, τον συνδυασμό δεδομένων από διαφορετικές πηγές ή την αξιοποίηση της θέσης της· ή

ζ)

άλλα διαρθρωτικά επιχειρηματικά χαρακτηριστικά ή χαρακτηριστικά των υπηρεσιών.

Κατά τη διενέργεια της αξιολόγησής της βάσει της παρούσας παραγράφου, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις αναμενόμενες εξελίξεις σε σχέση με τα στοιχεία που απαριθμούνται στο δεύτερο εδάφιο, μεταξύ άλλων τυχόν προγραμματισμένες συγκεντρώσεις στις οποίες εμπλέκεται άλλη επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ή οποιεσδήποτε άλλες υπηρεσίες του ψηφιακού τομέα ή υπηρεσίες που καθιστούν δυνατή τη συλλογή δεδομένων.

Όταν μια επιχείρηση που παρέχει βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας η οποία δεν πληροί τα ποσοτικά όρια της παραγράφου 2 δεν συμμορφώνεται με τα διερευνητικά μέτρα που διατάσσει η Επιτροπή σε σημαντικό βαθμό και αυτή η μη συμμόρφωση συνεχίζεται αφού ζητήθηκε στην εν λόγω επιχείρηση να συμμορφωθεί εντός εύλογης προθεσμίας και να υποβάλει παρατηρήσεις, η Επιτροπή μπορεί να ορίσει την εν λόγω επιχείρηση ως πυλωρό με βάση τα πραγματικά στοιχεία που διαθέτει η Επιτροπή.

9.   Για κάθε επιχείρηση που ορίζεται πυλωρός σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή 8, η Επιτροπή απαριθμεί στην απόφαση ορισμού τις σχετικές βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας που παρέχονται εντός της εν λόγω επιχείρησης και οι οποίες αυτοτελώς αποτελούν σημαντική πύλη για τη σύνδεση επαγγελματιών χρηστών με τελικούς χρήστες, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β).

10.   Ο πυλωρός συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7 εντός έξι μηνών από τη συμπερίληψη βασικής υπηρεσίας πλατφόρμας στην απόφαση ορισμού σύμφωνα με την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 7

Υποχρέωση των πυλωρών σχετικά με τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών

1.   Σε περίπτωση που ο πυλωρός παρέχει υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών οι οποίες απαριθμούνται στην απόφαση ορισμού σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 9, καθιστά τις βασικές λειτουργίες των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών που παρέχει διαλειτουργικές με τις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών άλλου παρόχου που προσφέρει ή προτίθεται να προσφέρει τέτοιες υπηρεσίες στην Ένωση, παρέχοντας, κατόπιν αιτήματος και άνευ ανταλλάγματος, τις απαραίτητες τεχνικές διεπαφές ή παρόμοιες λύσεις που διευκολύνουν τη διαλειτουργικότητα.

2.   Ο πυλωρός καθιστά διαλειτουργικές τουλάχιστον τις ακόλουθες βασικές λειτουργίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφόσον ο ίδιος ο πυλωρός παρέχει τις εν λόγω λειτουργίες στους δικούς του τελικούς χρήστες:

α)

σύμφωνα με την απαρίθμηση στην απόφαση ορισμού δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 9:

i)

διατερματική ανταλλαγή γραπτών μηνυμάτων μεταξύ δύο μεμονωμένων τελικών χρηστών·

ii)

διαμοιρασμό εικόνων, φωνητικών μηνυμάτων, βίντεο και άλλων συνημμένων αρχείων σε διατερματική επικοινωνία μεταξύ δύο μεμονωμένων τελικών χρηστών·

β)

εντός δύο ετών από τον ορισμό:

i)

διατερματική ανταλλαγή γραπτών μηνυμάτων εντός ομάδων μεμονωμένων τελικών χρηστών·

ii)

διαμοιρασμό εικόνων, φωνητικών μηνυμάτων, βίντεο και άλλων συνημμένων αρχείων σε διατερματική επικοινωνία μεταξύ ομαδικής συνομιλίας και μεμονωμένου τελικού χρήστη·

γ)

εντός τεσσάρων ετών από τον ορισμό:

i)

διατερματικές φωνητικές κλήσεις μεταξύ δύο μεμονωμένων τελικών χρηστών·

ii)

διατερματικές βιντεοκλήσεις μεταξύ δύο μεμονωμένων τελικών χρηστών·

iii)

διατερματικές φωνητικές κλήσεις μεταξύ ομαδικής συνομιλίας και μεμονωμένου τελικού χρήστη·

iv)

διατερματικές βιντεοκλήσεις μεταξύ ομαδικής συνομιλίας και μεμονωμένου τελικού χρήστη.

3.   Το επίπεδο ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της διατερματικής κρυπτογράφησης, όπου ισχύει, που παρέχει ο πυλωρός στους δικούς του τελικούς χρήστες διατηρείται σε όλες τις διαλειτουργικές υπηρεσίες.

4.   Ο πυλωρός δημοσιεύει προσφορά αναφοράς στην οποία καθορίζονται οι τεχνικές λεπτομέρειες και οι γενικοί όροι και προϋποθέσεις διαλειτουργικότητας με τις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών που παρέχει, συμπεριλαμβανομένων των αναγκαίων λεπτομερειών σχετικά με το επίπεδο ασφάλειας και την διατερματική κρυπτογράφηση. Ο πυλωρός δημοσιεύει την εν λόγω προσφορά αναφοράς εντός της περιόδου που καθορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 10 και την επικαιροποιεί όταν είναι αναγκαίο.

5.   Μετά τη δημοσίευση της προσφοράς αναφοράς σύμφωνα με την παράγραφο 4, κάθε πάροχος υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών που προσφέρει ή προτίθεται να προσφέρει τέτοιες υπηρεσίες στην Ένωση μπορεί να ζητήσει διαλειτουργικότητα με τις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών που παρέχει ο πυλωρός. Το εν λόγω αίτημα μπορεί να καλύπτει ορισμένες ή όλες τις βασικές λειτουργίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 2. Ο πυλωρός συμμορφώνεται με κάθε εύλογο αίτημα για διαλειτουργικότητα εντός τριών μηνών από τη λήψη του εν λόγω αιτήματος, καθιστώντας λειτουργικές τις ζητούμενες βασικές λειτουργίες.

6.   Η Επιτροπή μπορεί, κατ’ εξαίρεση, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του πυλωρού, να παρατείνει τις προθεσμίες για συμμόρφωση δυνάμει της παραγράφου 2 ή 5, σε περίπτωση που ο πυλωρός αποδείξει ότι αυτό είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση αποτελεσματικής διαλειτουργικότητας και τη διατήρηση του απαραίτητου επιπέδου ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της διατερματικής κρυπτογράφησης, κατά περίπτωση.

7.   Οι τελικοί χρήστες των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών του πυλωρού και του αιτούντος παρόχου υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών είναι ελεύθεροι να αποφασίσουν αν θα χρησιμοποιήσουν τις διαλειτουργικές βασικές λειτουργίες που μπορεί να παρέχει ο πυλωρός δυνάμει της παραγράφου 1.

8.   Ο πυλωρός συλλέγει και ανταλλάσσει με τον πάροχο υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών που υποβάλλει αίτημα για διαλειτουργικότητα μόνο τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των τελικών χρηστών που είναι απολύτως αναγκαία για την παροχή αποτελεσματικής διαλειτουργικότητας. Οποιαδήποτε τέτοια συλλογή και ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των τελικών χρηστών συμμορφώνεται πλήρως με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και την οδηγία 2002/58/ΕΚ.

9.   Ο πυλωρός δεν μπορεί να εμποδιστεί να λαμβάνει μέτρα για να διασφαλίσει ότι οι τρίτοι πάροχοι υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών που ζητούν διαλειτουργικότητα δεν θέτουν σε κίνδυνο την ακεραιότητα, την ασφάλεια και την ιδιωτικότητα των υπηρεσιών του, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα είναι απολύτως αναγκαία και αναλογικά και δικαιολογούνται δεόντως από τον πυλωρό.

Άρθρο 8

Συμμόρφωση των πυλωρών με τις υποχρεώσεις

1.   Ο πυλωρός διασφαλίζει και αποδεικνύει τη συμμόρφωσή του με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού. Τα μέτρα που εφαρμόζει ο  πυλωρός για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τα εν λόγω άρθρα είναι αποτελεσματικά για την εκπλήρωση των στόχων του παρόντος κανονισμού και της σχετικής υποχρέωσης. Ο πυλωρός μεριμνά ώστε η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων να είναι σύμφωνη με το ισχύον δίκαιο, ιδίως τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, την οδηγία 2002/58/ΕΚ, τη νομοθεσία για την κυβερνοασφάλεια, την προστασία των καταναλωτών, την ασφάλεια των προϊόντων, καθώς και με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας.

2.   Η Επιτροπή μπορεί, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος πυλωρού δυνάμει της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, να κινήσει διαδικασία δυνάμει του άρθρου 20.

Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει εκτελεστική πράξη, στην οποία καθορίζονται τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόσει ο ενδιαφερόμενος πυλωρός προκειμένου να συμμορφωθεί αποτελεσματικά με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 6 και 7. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται εντός έξι μηνών από την κίνηση διαδικασίας δυνάμει του άρθρου 20 σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

Κατά την κίνηση διαδικασίας, με δική της πρωτοβουλία, για καταστρατήγηση δυνάμει του άρθρου 13, τα εν λόγω μέτρα μπορούν να αφορούν τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7.

3.   Ο πυλωρός μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να λάβει μέρος σε διαδικασία προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον τα μέτρα που ο εν λόγω πυλωρός προτίθεται να εφαρμόσει ή έχει εφαρμόσει για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τα άρθρα 6 και 7 είναι αποτελεσματικά για την επίτευξη του στόχου της σχετικής υποχρέωσης υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις του πυλωρού. Η Επιτροπή έχει τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει εάν θα λάβει μέρος σε τέτοια διαδικασία, σεβόμενη τις αρχές της ίσης μεταχείρισης, της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης.

Στο αίτημά του, ο πυλωρός υποβάλλει αιτιολογημένη γνώμη για να επεξηγήσει τα μέτρα που προτίθεται να εφαρμόσει ή έχει εφαρμόσει. Ο πυλωρός υποβάλλει επιπλέον μη εμπιστευτική έκδοση της αιτιολογημένης γνώμης του, η οποία μπορεί να κοινοποιηθεί σε τρίτους δυνάμει της παραγράφου 6.

4.   Οι παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις εξουσίες της Επιτροπής βάσει των άρθρων 29, 30 και 31.

5.   Με σκοπό την έκδοση της απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή κοινοποιεί τα προκαταρκτικά της πορίσματα στον πυλωρό εντός τριών μηνών από την κίνηση της διαδικασίας βάσει του άρθρου 20. Στα προκαταρκτικά πορίσματα, η Επιτροπή επεξηγεί τα μέτρα που εξετάζει να λάβει ή που εκτιμά ότι θα πρέπει να λάβει ο ενδιαφερόμενος πυλωρός, προκειμένου να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα ζητήματα που επισημαίνονται στα προκαταρκτικά πορίσματα.

6.   Για να δώσει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη να παράσχουν σχόλια με αποτελεσματικό τρόπο, η Επιτροπή δημοσιεύει, κατά την κοινοποίηση των προκαταρκτικών πορισμάτων της στον πυλωρό δυνάμει της παραγράφου 5 ή το συντομότερο δυνατό μετά την κοινοποίηση αυτή, μη εμπιστευτική περίληψη της υπόθεσης και των μέτρων τα οποία εξετάζει να λάβει ή τα οποία εκτιμά ότι θα πρέπει να λάβει ο ενδιαφερόμενος πυλωρός. Η Επιτροπή προσδιορίζει εύλογο χρονικό διάστημα εντός του οποίου πρέπει να υποβληθούν τα εν λόγω σχόλια.

7.   Κατά τον προσδιορισμό των μέτρων σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι τα μέτρα είναι αποτελεσματικά για την εκπλήρωση των στόχων του παρόντος κανονισμού και της σχετικής υποχρέωσης, και αναλογικά με τις συγκεκριμένες περιστάσεις του πυλωρού και της σχετικής υπηρεσίας.

8.   Για τους σκοπούς του προσδιορισμού των υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 11 και 12, η Επιτροπή αξιολογεί επίσης αν τα σχεδιαζόμενα ή εφαρμοζόμενα μέτρα διασφαλίζουν ότι δεν υφίσταται πλέον ανισορροπία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για τους επαγγελματίες χρήστες και ότι τα ίδια τα μέτρα δεν αποφέρουν πλεονέκτημα στον πυλωρό το οποίο είναι δυσανάλογο προς την υπηρεσία που παρέχει ο πυλωρός στους επαγγελματίες χρήστες.

9.   Σε ό,τι αφορά τη διαδικασία δυνάμει της παραγράφου 2, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτήματος ή με δική της πρωτοβουλία, να αποφασίσει να κινήσει εκ νέου τη διαδικασία σε περίπτωση που:

α)

υπήρξε ουσιαστική μεταβολή σε οποιοδήποτε από τα πραγματικά περιστατικά στα οποία βασίστηκε η απόφαση· ή

β)

η απόφαση βασίστηκε σε ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες· ή

γ)

τα μέτρα που προσδιορίζονται στην απόφαση δεν είναι αποτελεσματικά.

Άρθρο 9

Αναστολή

1.   Σε περίπτωση που ο πυλωρός αποδείξει σε αιτιολογημένο αίτημα ότι η συμμόρφωση με συγκεκριμένη υποχρέωση που ορίζεται στο άρθρο 5, 6 ή 7 για βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας η οποία απαριθμείται στην απόφαση ορισμού δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 9 θα έθετε σε κίνδυνο, λόγω εξαιρετικών περιστάσεων που εκφεύγουν του ελέγχου του πυλωρού, την οικονομική βιωσιμότητα της λειτουργίας του στην Ένωση, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστική πράξη που καθορίζει την απόφασή της να αναστείλει κατ’ εξαίρεση, πλήρως ή εν μέρει, τη συγκεκριμένη υποχρέωση που αναφέρεται στο εν λόγω αιτιολογημένο αίτημα («απόφαση αναστολής»). Στην εν λόγω εκτελεστική πράξη, η Επιτροπή τεκμηριώνει την απόφαση αναστολής που λαμβάνει, προσδιορίζοντας τις εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την αναστολή. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη περιορίζεται στον βαθμό και τη διάρκεια που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της εν λόγω απειλής για τη βιωσιμότητα του πυλωρού. Η Επιτροπή θέτει ως στόχο να εκδώσει την εν λόγω εκτελεστική πράξη αμελλητί και το αργότερο τρεις μήνες μετά την παραλαβή πλήρους αιτιολογημένου αιτήματος. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Εάν χορηγηθεί αναστολή δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή επανεξετάζει την απόφαση αναστολής της σε ετήσια βάση, εκτός εάν προσδιορίζεται συντομότερο διάστημα στην εν λόγω απόφαση. Σε συνέχεια αυτής της επανεξέτασης, η Επιτροπή είτε ανακαλεί πλήρως ή εν μέρει την αναστολή, είτε αποφασίζει ότι οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 εξακολουθούν να πληρούνται.

3.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού, να αναστείλει προσωρινά την εφαρμογή συγκεκριμένης υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για μία ή περισσότερες μεμονωμένες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ήδη πριν από την έκδοση της απόφασης σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο. Το αίτημα αυτό μπορεί να υποβληθεί και να γίνει δεκτό ανά πάσα στιγμή εν αναμονή της αξιολόγησης της Επιτροπής δυνάμει της παραγράφου 1.

4.   Κατά την αξιολόγηση του αιτήματος που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 3, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη ιδίως τον αντίκτυπο της συμμόρφωσης με τη συγκεκριμένη υποχρέωση στην οικονομική βιωσιμότητα της λειτουργίας του πυλωρού στην Ένωση, καθώς και σε τρίτους, ιδίως ΜΜΕ και καταναλωτές. Η αναστολή μπορεί να υπόκειται σε όρους και υποχρεώσεις που καθορίζει η Επιτροπή, προκειμένου να εξασφαλίζεται η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των εν λόγω συμφερόντων και των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 10

Απαλλαγή για λόγους δημόσιας υγείας και δημόσιας ασφάλειας

1.   Η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού ή με δική της πρωτοβουλία, να εκδίδει εκτελεστική πράξη που να καθορίζει την απόφασή της να χορηγήσει απαλλαγή στον εν λόγω πυλωρό, πλήρως ή εν μέρει, από συγκεκριμένη υποχρέωση που καθορίζεται στο άρθρο 5, 6 ή 7 σε σχέση με βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας η οποία περιλαμβάνεται στην απόφαση ορισμού δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 9, όταν η απαλλαγή αυτή δικαιολογείται με βάση τους λόγους που καθορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου («απόφαση απαλλαγής»). Η Επιτροπή εκδίδει την απόφαση απαλλαγής εντός τριών μηνών από τη λήψη πλήρους αιτιολογημένου αιτήματος και υποβάλλει αιτιολογημένη δήλωση στην οποία επεξηγούνται οι λόγοι της απαλλαγής. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Όταν χορηγείται απαλλαγή δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή επανεξετάζει την απόφασή της για απαλλαγή εάν ο λόγος απαλλαγής δεν υφίσταται πλέον ή τουλάχιστον κάθε έτος. Σε συνέχεια αυτής της επανεξέτασης, η Επιτροπή είτε ανακαλεί πλήρως ή εν μέρει την απαλλαγή, είτε αποφασίζει ότι οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 εξακολουθούν να πληρούνται.

3.   Απαλλαγή κατά την παράγραφο 1 μπορεί να χορηγείται μόνο για λόγους δημόσιας υγείας ή δημόσιας ασφάλειας.

4.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού ή με δική της πρωτοβουλία, να αναστείλει προσωρινά την εφαρμογή συγκεκριμένης υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για μία ή περισσότερες μεμονωμένες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ήδη πριν από την έκδοση της απόφασης δυνάμει της εν λόγω παραγράφου. Το αίτημα αυτό μπορεί να υποβληθεί και να γίνει δεκτό ανά πάσα στιγμή εν αναμονή της αξιολόγησης της Επιτροπής δυνάμει της παραγράφου 1.

5.   Κατά την αξιολόγηση του αιτήματος που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 4, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη ιδίως τον αντίκτυπο της συμμόρφωσης με τη συγκεκριμένη υποχρέωση στους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 3, καθώς και τις επιπτώσεις για τον ενδιαφερόμενο πυλωρό και για τρίτους. Η Επιτροπή μπορεί να ορίσει ότι η αναστολή υπόκειται σε όρους και υποχρεώσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται θεμιτή ισορροπία μεταξύ των στόχων που επιδιώκονται για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 11

Υποβολή εκθέσεων

1.   Εντός έξι μηνών από τον ορισμό του δυνάμει του άρθρου 3 και σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 10, ο πυλωρός υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση στην οποία περιγράφονται λεπτομερώς και με διαφάνεια τα μέτρα που έχει εφαρμόσει, ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7.

2.   Εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο πυλωρός δημοσιεύει και υποβάλλει στην Επιτροπή μη εμπιστευτική περίληψη της εν λόγω έκθεσης.

Ο πυλωρός επικαιροποιεί την εν λόγω έκθεση και την εν λόγω μη εμπιστευτική περίληψη τουλάχιστον σε ετήσια βάση.

Στον δικτυακό της τόπο, η Επιτροπή δημιουργεί σύνδεσμο προς την εν λόγω μη εμπιστευτική περίληψη.

Άρθρο 12

Επικαιροποίηση των υποχρεώσεων για τους πυλωρούς

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 49 για να συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό ως προς τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5 και 6. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις βασίζονται σε διερεύνηση της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 19, από την οποία έχει διαπιστωθεί η ανάγκη να παραμένουν οι εν λόγω υποχρεώσεις επικαιροποιημένες με σκοπό την αντιμετώπιση πρακτικών που περιορίζουν τη δυνατότητα διεκδίκησης βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας ή είναι αθέμιτες κατά τον ίδιο τρόπο με τις πρακτικές στις οποίες στοχεύουν οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5 και 6.

2.   Το πεδίο εφαρμογής μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 περιορίζεται:

α)

στην επέκταση μιας υποχρέωσης που ισχύει μόνο σε σχέση με ορισμένες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας σε άλλες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας που απαριθμούνται στο άρθρο 2 σημείο 2)·

β)

στην επέκταση μιας υποχρέωσης που ωφελεί συγκεκριμένους επαγγελματίες χρήστες ή τελικούς χρήστες, ώστε να ωφελεί και άλλους επαγγελματίες χρήστες ή τελικούς χρήστες·

γ)

στον καθορισμό του τρόπου με τον οποίο οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5 και 6 πρέπει να εκπληρώνονται από τους πυλωρούς, προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματική συμμόρφωση με τις εν λόγω υποχρεώσεις·

δ)

στην επέκταση μιας υποχρέωσης που ισχύει μόνο σε σχέση με ορισμένες υπηρεσίες που παρέχονται μαζί με βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ή προς υποστήριξή τους, σε άλλες υπηρεσίες που παρέχονται μαζί με βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ή προς υποστήριξή τους·

ε)

στην επέκταση μιας υποχρέωσης που ισχύει μόνο σε σχέση με ορισμένους τύπους δεδομένων, ώστε να ισχύει σε άλλους τύπους δεδομένων·

στ)

στην προσθήκη περαιτέρω όρων όταν μια υποχρέωση επιβάλλει ορισμένους όρους στη συμπεριφορά ενός πυλωρού· ή

ζ)

στην εφαρμογή υποχρέωσης που διέπει τη σχέση μεταξύ διάφορων βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας του πυλωρού στη σχέση μεταξύ μιας βασικής υπηρεσίας πλατφόρμας και άλλων υπηρεσιών του πυλωρού.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 49 για να τροποποιεί τον παρόντα κανονισμό ως προς τον κατάλογο βασικών λειτουργιών που προσδιορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2, προσθέτοντας ή αφαιρώντας λειτουργίες υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών.

Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις βασίζονται σε διερεύνηση της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 19, από την οποία έχει διαπιστωθεί η ανάγκη να παραμένουν οι εν λόγω υποχρεώσεις επικαιροποιημένες με σκοπό την αντιμετώπιση πρακτικών που περιορίζουν τη δυνατότητα διεκδίκησης βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας ή είναι αθέμιτες κατά τον ίδιο τρόπο με τις πρακτικές στις οποίες στοχεύουν οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 7.

4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 49 για να συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό ως προς τις υποχρεώσεις του άρθρου 7 προσδιορίζοντας τον τρόπο με τον οποίο οι εν λόγω υποχρεώσεις πρέπει να εκτελούνται προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματική συμμόρφωση με τις εν λόγω υποχρεώσεις. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις βασίζονται σε διερεύνηση της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 19, από την οποία έχει διαπιστωθεί η ανάγκη να παραμένουν οι εν λόγω υποχρεώσεις επικαιροποιημένες με σκοπό την αντιμετώπιση πρακτικών που περιορίζουν τη δυνατότητα διεκδίκησης βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας ή είναι αθέμιτες κατά τον ίδιο τρόπο με τις πρακτικές στις οποίες στοχεύουν οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 7.

5.   Μια πρακτική από τις αναφερόμενες στις παραγράφους 1, 3 και 4 θεωρείται ότι περιορίζει τη δυνατότητα διεκδίκησης βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας ή ότι είναι αθέμιτη όταν:

α)

η εν λόγω πρακτική εφαρμόζεται από τους πυλωρούς και είναι σε θέση να παρεμποδίσει την καινοτομία και να περιορίσει τις επιλογές των επαγγελματιών χρηστών και των τελικών χρηστών διότι:

i)

επηρεάζει ή απειλεί να επηρεάσει τη δυνατότητα διεκδίκησης μιας βασικής υπηρεσίας πλατφόρμας ή άλλων υπηρεσιών στον ψηφιακό τομέα σε μόνιμη βάση, λόγω της δημιουργίας ή της ενίσχυσης εμποδίων για την είσοδο στην αγορά για άλλες επιχειρήσεις ή την επέκτασή τους ως παρόχων βασικής υπηρεσίας πλατφόρμας ή άλλων υπηρεσιών στον ψηφιακό τομέα· ή

ii)

εμποδίζει άλλους φορείς εκμετάλλευσης να έχουν την ίδια πρόσβαση σε βασική πληροφόρηση που έχει ο πυλωρός· ή

β)

υπάρχει ανισορροπία ανάμεσα στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επαγγελματιών χρηστών και ο πυλωρός αποκτά πλεονέκτημα από τους επαγγελματίες χρήστες το οποίο είναι δυσανάλογο προς την υπηρεσία που παρέχει ο εν λόγω πυλωρός στους εν λόγω επαγγελματίες χρήστες.

Άρθρο 13

Διατάξεις κατά της καταστρατήγησης

1.   Μια επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας δεν κατατέμνει, δεν διαιρεί, δεν υποδιαιρεί, δεν κατακερματίζει ούτε διαχωρίζει τις εν λόγω υπηρεσίες με συμβατικά, εμπορικά, τεχνικά ή άλλα μέσα προκειμένου να καταστρατηγήσει τα ποσοτικά όρια που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2. Καμία τέτοια πρακτική επιχείρησης δεν εμποδίζει την Επιτροπή να την ορίσει πυλωρό δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 4.

2.   Η Επιτροπή, όταν υποψιάζεται ότι μια επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας επιδίδεται σε πρακτική που ορίζεται στην παράγραφο 1, μπορεί να απαιτήσει από την εν λόγω επιχείρηση κάθε πληροφορία που κρίνει αναγκαία προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσον η εν λόγω επιχείρηση επιδίδεται στην εν λόγω πρακτική.

3.   Ο πυλωρός διασφαλίζει ότι οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7 τηρούνται πλήρως και αποτελεσματικά.

4.   Ο πυλωρός δεν επιδίδεται σε συμπεριφορές που υπονομεύουν την αποτελεσματική συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις των άρθρων 5, 6 και 7, ανεξαρτήτως από το αν η συμπεριφορά αυτή είναι συμβατικής, εμπορικής ή τεχνικής φύσης ή οποιασδήποτε άλλης φύσης ή συνίσταται στη χρήση συμπεριφορικών τεχνικών ή σχεδιασμού διεπαφών.

5.   Εάν απαιτείται η συγκατάθεση του χρήστη για τη συλλογή, την επεξεργασία, τη διασταυρούμενη χρήση και τον διαμοιρασμό δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, ο πυλωρός λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα είτε για να παρέχει στους επαγγελματίες χρήστες τη δυνατότητα να λάβουν απευθείας την απαιτούμενη συγκατάθεση για την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων, στις περιπτώσεις που η εν λόγω συγκατάθεση απαιτείται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 ή της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, είτε για να συμμορφώνεται με τους ενωσιακούς κανόνες και τις αρχές προστασίας των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής με άλλους τρόπους, μεταξύ άλλων μέσω της παροχής στους επαγγελματίες χρήστες δεόντως ανωνυμοποιημένων δεδομένων, όπου απαιτείται. Ο  πυλωρός δεν καθιστά τη λήψη της εν λόγω συγκατάθεσης από τον επαγγελματία χρήστη περισσότερο επαχθή απ’ ό,τι για τις δικές του υπηρεσίες.

6.   Ο πυλωρός δεν υποβαθμίζει τους όρους ή την ποιότητα οποιασδήποτε από τις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας που παρέχονται σε επαγγελματίες χρήστες ή τελικούς χρήστες που ασκούν τα δικαιώματα ή χρησιμοποιούν τις επιλογές που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7, ούτε καθιστά την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων ή τη χρήση των εν λόγω επιλογών αδικαιολόγητα δύσκολη, μεταξύ άλλων προσφέροντας επιλογές στον τελικό χρήστη με μη ουδέτερο τρόπο ή υπονομεύοντας την αυτονομία, τη λήψη αποφάσεων ή την ελεύθερη επιλογή των τελικών χρηστών ή των επαγγελματιών χρηστών μέσω της δομής, του σχεδιασμού, της χρησιμότητας ή του τρόπου λειτουργίας μιας διεπαφής χρήστη ή μέρους αυτής.

7.   Όταν ο πυλωρός καταστρατηγεί ή επιχειρεί να καταστρατηγήσει οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις του άρθρου 5, 6 ή 7 κατά τρόπο που περιγράφεται στις παραγράφους 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να κινήσει διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 20 και να εκδώσει εκτελεστική πράξη που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 προκειμένου να προσδιορίσει τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόσει ο  πυλωρός.

8.   Η παράγραφος 6 του παρόντος άρθρου δεν θίγει τις εξουσίες της Επιτροπής βάσει των άρθρων 29, 30 και 31.

Άρθρο 14

Υποχρέωση ενημέρωσης σχετικά με συγκεντρώσεις

1.   Ο πυλωρός ενημερώνει την Επιτροπή για κάθε σχεδιαζόμενη συγκέντρωση κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004, σε περίπτωση που οι συγχωνευόμενες οντότητες ή το αντικείμενο της συγκέντρωσης παρέχουν βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ή οποιεσδήποτε άλλες υπηρεσίες στον ψηφιακό τομέα ή καθιστούν δυνατή τη συλλογή δεδομένων, ανεξάρτητα από το αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις κοινοποίησής της στην Επιτροπή δυνάμει του εν λόγω κανονισμού ή σε αρμόδια εθνική αρχή ανταγωνισμού σύμφωνα με εθνικούς κανόνες για τις συγκεντρώσεις.

Ο πυλωρός ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με αυτήν τη συγκέντρωση πριν από την πραγματοποίησή της και μετά τη σύναψη της συμφωνίας, την ανακοίνωση της δημόσιας προσφοράς εξαγοράς ή την απόκτηση ελέγχουσας συμμετοχής.

2.   Οι πληροφορίες που παρέχει ο πυλωρός δυνάμει της παραγράφου 1 περιγράφουν τουλάχιστον τις επιχειρήσεις τις οποίες αφορά η συγκέντρωση, τους ετήσιους κύκλους εργασιών τους εντός της Ένωσης και παγκοσμίως, τα πεδία δραστηριότητάς τους, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων που συνδέονται άμεσα με τη συγκέντρωση, και την αξία της συναλλαγής της συμφωνίας ή εκτίμηση αυτής της αξίας, μαζί με περίληψη της συγκέντρωσης, συμπεριλαμβανομένης της φύσης και του σκεπτικού της, και κατάλογο των κρατών μελών τα οποία αφορά η συγκέντρωση.

Οι πληροφορίες που παρέχει ο πυλωρός περιγράφουν επίσης, για οποιεσδήποτε σχετικές βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας, τους ετήσιους κύκλους εργασιών τους εντός της Ένωσης, τους οικείους αριθμούς ετήσιων ενεργών επαγγελματιών χρηστών και τους οικείους αριθμούς μηνιαίων ενεργών τελικών χρηστών, αντιστοίχως.

3.   Εάν, έπειτα από οποιαδήποτε συγκέντρωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, πρόσθετες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας πληρούν μεμονωμένα τα όρια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο β), ο ενδιαφερόμενος πυλωρός ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή εντός δύο μηνών από την πραγματοποίηση της συγκέντρωσης και παρέχει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2.

4.   Η Επιτροπή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών για κάθε πληροφορία που λαμβάνει σύμφωνα με την παράγραφο 1 και δημοσιεύει ετησίως τον κατάλογο με τις εξαγορές για τις οποίες έχει ενημερωθεί από τους πυλωρούς δυνάμει της εν λόγω παραγράφου.

Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το έννομο συμφέρον των επιχειρήσεων για την προστασία του επιχειρηματικού τους απορρήτου.

5.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που λαμβάνουν βάσει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου για να ζητήσουν από την Επιτροπή να εξετάσει τη συγκέντρωση σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004.

Άρθρο 15

Υποχρέωση διενέργειας ελέγχου

1.   Εντός έξι μηνών από τον ορισμό του σύμφωνα με το άρθρο 3, ο πυλωρός υποβάλλει στην Επιτροπή την περιγραφή, η οποία έχει υποβληθεί σε ανεξάρτητο έλεγχο, οποιωνδήποτε τεχνικών κατάρτισης προφίλ καταναλωτών που εφαρμόζει ο πυλωρός σε όλες τις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας του που απαριθμούνται στην απόφαση ορισμού σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 9. Η Επιτροπή διαβιβάζει την εν λόγω ελεγχθείσα περιγραφή στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.

2.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστική πράξη που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) με σκοπό την κατάρτιση της μεθοδολογίας και της διαδικασίας του ελέγχου.

3.   Ο πυλωρός δημοσιοποιεί επισκόπηση της ελεγχθείσας περιγραφής που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Σε αυτό το πλαίσιο, ο πυλωρός έχει το δικαίωμα να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη τήρησης του επιχειρηματικού του απορρήτου. Ο πυλωρός επικαιροποιεί την εν λόγω περιγραφή και την επισκόπηση τουλάχιστον σε ετήσια βάση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

Άρθρο 16

Κίνηση διερεύνησης της αγοράς

1.   Όταν η Επιτροπή προτίθεται να διεξαγάγει διερεύνηση της αγοράς με σκοπό την πιθανή έκδοση αποφάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 17, 18 και 19, εκδίδει απόφαση για την κίνηση διερεύνησης της αγοράς.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να ασκεί τις οικείες εξουσίες διερεύνησης δυνάμει του παρόντος κανονισμού πριν από την κίνηση διερεύνησης της αγοράς σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο.

3.   Στην απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προσδιορίζονται τα ακόλουθα:

α)

η ημερομηνία κίνησης της διερεύνησης της αγοράς·

β)

η περιγραφή του ζητήματος που αφορά η διερεύνηση της αγοράς·

γ)

ο σκοπός της διερεύνησης της αγοράς.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να κινήσει εκ νέου διερεύνηση της αγοράς που έχει περατωθεί σε περίπτωση που:

α)

υπήρξε ουσιαστική μεταβολή σε οποιοδήποτε από τα πραγματικά περιστατικά στα οποία βασίστηκε απόφαση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 17, 18 ή 19· ή

β)

η απόφαση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 17, 18 ή 19 βασίστηκε σε ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες.

5.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από μία ή περισσότερες εθνικές αρμόδιες αρχές να τη βοηθήσουν στη διερεύνηση της αγοράς που διεξάγει.

Άρθρο 17

Διερεύνηση της αγοράς για τον ορισμό πυλωρών

1.   Η Επιτροπή μπορεί να διεξαγάγει διερεύνηση της αγοράς με σκοπό να εξετάσει αν μια επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας πρέπει να οριστεί ως πυλωρός δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 8 ή προκειμένου να προσδιορίσει τις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας που πρέπει να απαριθμούνται στην απόφαση ορισμού σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 9. Η Επιτροπή επιδιώκει να περατώσει τη διερεύνηση της αγοράς που διεξάγει εντός 12 μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α). Για την περάτωση της διερεύνησης της αγοράς που διεξάγει, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που καθορίζει την απόφασή της. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Κατά τη διάρκεια διερεύνησης της αγοράς δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή επιδιώκει να κοινοποιεί τα προκαταρκτικά της πορίσματα στην οικεία επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας εντός έξι μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α). Στα προκαταρκτικά της πορίσματα, η Επιτροπή εξηγεί κατά πόσον θεωρεί, προσωρινά, ότι ενδείκνυται να οριστεί η εν λόγω επιχείρηση ως πυλωρός σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 8 και να απαριθμηθούν οι σχετικές βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 9.

3.   Όταν η επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας πληροί τα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2, αλλά έχει υποβάλει επαρκώς τεκμηριωμένα επιχειρήματα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 που προδήλως θέτουν υπό αμφισβήτηση το τεκμήριο του άρθρου 3 παράγραφος 2, η Επιτροπή επιδιώκει να περατώσει τη διερεύνηση της αγοράς εντός πέντε μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α).

Σε αυτήν την περίπτωση, η Επιτροπή επιδιώκει να κοινοποιεί τα προκαταρκτικά της πορίσματα σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση εντός τριών μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α).

4.   Σε περίπτωση που η Επιτροπή ορίσει, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 8, ως πυλωρό επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας η οποία δεν κατέχει ακόμη παγιωμένη και σταθερή θέση στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της, αλλά η οποία αναμένεται ότι θα κατέχει τέτοια θέση στο εγγύς μέλλον, μπορεί να δηλώσει ότι για τον εν λόγω πυλωρό ισχύουν μόνο μία ή περισσότερες από τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 3 έως 6 και στο άρθρο 6 παράγραφοι 4, 7, 9, 10 και 13, όπως προσδιορίζονται στην απόφαση ορισμού. Η Επιτροπή δηλώνει ότι ισχύουν μόνο οι υποχρεώσεις που είναι κατάλληλες και αναγκαίες προκειμένου ο ενδιαφερόμενος πυλωρός να μην αποκτήσει, με αθέμιτα μέσα, παγιωμένη και σταθερή θέση στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του. Η Επιτροπή επανεξετάζει αυτόν τον ορισμό σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 4.

Άρθρο 18

Διερεύνηση της αγοράς για συστηματική μη συμμόρφωση

1.   Η Επιτροπή μπορεί να διενεργήσει διερεύνηση της αγοράς προκειμένου να εξετάσει κατά πόσον ένας πυλωρός δεν συμμορφώνεται σε συστηματική βάση. Η Επιτροπή περατώνει την εν λόγω διερεύνηση της αγοράς εντός 12 μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α). Σε περίπτωση που από τη διερεύνηση της αγοράς προκύπτει ότι ένας πυλωρός έχει παραβιάσει σε συστηματική βάση μία ή περισσότερες από τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 ή 7 και έχει διατηρήσει, ενισχύσει ή επεκτείνει τη θέση του ως πυλωρού σε σχέση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που επιβάλλουν στον εν λόγω πυλωρό οποιαδήποτε επανορθωτικά μέτρα συμπεριφοράς ή διαρθρωτικού χαρακτήρα τα οποία είναι αναλογικά και αναγκαία για τη διασφάλιση αποτελεσματικής συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Το επανορθωτικό μέτρο που επιβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, στον βαθμό που το εν λόγω επανορθωτικό μέτρο είναι αναλογικό και αναγκαίο για τη διατήρηση ή την αποκατάσταση της δικαιοσύνης και της δυνατότητας διεκδίκησης όπως έχουν επηρεαστεί από τη συστηματική μη συμμόρφωση, μπορεί να περιλαμβάνει την απαγόρευση, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, της συμμετοχής του πυλωρού σε πράξη συγκέντρωσης κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 όσον αφορά τις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ή τις άλλες υπηρεσίες που παρέχονται στον ψηφιακό τομέα ή που καθιστούν δυνατή τη συλλογή δεδομένων και οι οποίες θίγονται από τη συστηματική μη συμμόρφωση.

3.   Ένας πυλωρός θεωρείται ότι δεν συμμορφώνεται συστηματικά με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7, όταν η Επιτροπή έχει εκδώσει τουλάχιστον τρεις αποφάσεις για μη συμμόρφωση σύμφωνα με το άρθρο 29 κατά του πυλωρού σε σχέση με οποιαδήποτε από τις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας του εντός διαστήματος οκτώ ετών πριν από την έκδοση της απόφασης για την κίνηση διερεύνησης της αγοράς ενόψει της πιθανής έκδοσης απόφασης σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

4.   Η Επιτροπή κοινοποιεί τα προκαταρκτικά της πορίσματα στον ενδιαφερόμενο πυλωρό εντός έξι μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α). Στα προκαταρκτικά της πορίσματα, η Επιτροπή εξηγεί εάν θεωρεί, εκ προοιμίου, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και ποιο ή ποια επανορθωτικά μέτρα θεωρεί προκαταρκτικά ότι είναι αναγκαία και αναλογικά.

5.   Για να δώσει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη να σχολιάσουν με αποτελεσματικό τρόπο, η Επιτροπή δημοσιεύει, ταυτόχρονα με την κοινοποίηση των προκαταρκτικών πορισμάτων της στον πυλωρό σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή το συντομότερο δυνατό μετά την κοινοποίηση αυτή, μη εμπιστευτική περίληψη της υπόθεσης και τα επανορθωτικά μέτρα τα οποία εξετάζει να επιβάλει. Η Επιτροπή προσδιορίζει εύλογο χρονικό διάστημα εντός του οποίου πρέπει να υποβληθούν τα εν λόγω σχόλια.

6.   Σε περίπτωση που η Επιτροπή προτίθεται να εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, καθιστώντας υποχρεωτικές τις δεσμεύσεις που προσφέρει ο πυλωρός σύμφωνα με το άρθρο 25, δημοσιεύει μη εμπιστευτική περίληψη της υπόθεσης και το βασικό περιεχόμενο των δεσμεύσεων. Τα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη μπορούν να υποβάλουν τα σχόλιά τους εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που ορίζει η Επιτροπή.

7.   Κατά τη διάρκεια της διερεύνησης της αγοράς, η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει τη διάρκειά της, όταν η εν λόγω παράταση δικαιολογείται με βάση αντικειμενικούς λόγους και είναι αναλογική. Η παράταση μπορεί να αφορά την προθεσμία έως την οποία η Επιτροπή πρέπει να εκδώσει τα προκαταρκτικά της πορίσματα ή την προθεσμία έκδοσης της τελικής απόφασης. Η συνολική διάρκεια τυχόν παράτασης ή παρατάσεων σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.

8.   Για να διασφαλίζει την αποτελεσματική συμμόρφωση του πυλωρού με τις υποχρεώσεις του που ορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7, η Επιτροπή επανεξετάζει τακτικά τα επανορθωτικά μέτρα που επιβάλλει σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή έχει το δικαίωμα να τροποποιεί τα εν λόγω επανορθωτικά μέτρα εάν, κατόπιν νέας διερεύνησης της αγοράς, διαπιστώσει ότι δεν είναι αποτελεσματικά.

Άρθρο 19

Διερεύνηση της αγοράς για νέες υπηρεσίες και νέες πρακτικές

1.   Η Επιτροπή μπορεί να διεξαγάγει διερεύνηση της αγοράς προκειμένου να εξετάσει αν μία ή περισσότερες υπηρεσίες του ψηφιακού τομέα θα πρέπει να προστεθούν στον κατάλογο των βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας που καθορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 2) ή προκειμένου να εντοπίσει πρακτικές που περιορίζουν τη δυνατότητα διεκδίκησης βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας ή είναι αθέμιτες και οι οποίες δεν αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά με τον παρόντα κανονισμό. Κατά την αξιολόγησή της, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τυχόν σχετικά πορίσματα των διαδικασιών δυνάμει των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ σχετικά με τις ψηφιακές αγορές, καθώς και τυχόν άλλες σχετικές εξελίξεις.

2.   Η Επιτροπή μπορεί, όταν διεξάγει διερεύνηση της αγοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1, να συμβουλεύεται τρίτους, συμπεριλαμβανομένων των επαγγελματιών χρηστών και τελικών χρηστών υπηρεσιών του ψηφιακού τομέα που τελούν υπό διερεύνηση και των επαγγελματιών χρηστών και τελικών χρηστών που υπόκεινται σε πρακτικές υπό διερεύνηση.

3.   Η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση με τα πορίσματά της εντός 18 μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α).

Η εν λόγω έκθεση υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και, εάν κρίνεται σκόπιμο, συνοδεύεται από:

α)

νομοθετική πρόταση τροποποίησης του παρόντος κανονισμού ώστε να συμπεριληφθούν πρόσθετες υπηρεσίες του ψηφιακού τομέα στον κατάλογο βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας που καθορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 2) ή να συμπεριληφθούν νέες υποχρεώσεις στο κεφάλαιο ΙΙΙ· ή

β)

σχέδιο κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό ως προς τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 5 και 6 ή σχέδιο κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που τροποποιεί ή συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό ως προς τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 7, όπως προβλέπεται στο άρθρο 12.

Εάν κρίνεται σκόπιμο, η νομοθετική πρόταση τροποποίησης του παρόντος κανονισμού δυνάμει του δεύτερου εδαφίου στοιχείο α) μπορεί επίσης να προτείνει τη διαγραφή υφιστάμενων υπηρεσιών από τον κατάλογο βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας που καθορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 2) ή τη διαγραφή υφιστάμενων υποχρεώσεων από το άρθρο 5, 6 ή 7.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ, ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ

Άρθρο 20

Κίνηση διαδικασίας

1.   Όταν η Επιτροπή προτίθεται να κινήσει διαδικασία με σκοπό την πιθανή έκδοση αποφάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 8, 29 και 30, εκδίδει απόφαση για την κίνηση διαδικασίας.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να ασκεί τις οικείες εξουσίες διερεύνησης δυνάμει του παρόντος κανονισμού πριν από την κίνηση διαδικασίας σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο.

Άρθρο 23

Εξουσίες διενέργειας επιθεωρήσεων

1.   Προς εκπλήρωση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή δύναται να διενεργεί κάθε αναγκαία επιθεώρηση σε μια επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων.

2.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης έχουν την εξουσία:

α)

να εισέρχονται σε χώρους, εκτάσεις γης και μεταφορικά μέσα των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων·

β)

να ελέγχουν τα βιβλία και άλλα αρχεία που σχετίζονται με την επιχείρηση, ανεξαρτήτως του μέσου στο οποίο είναι αποθηκευμένα·

γ)

να πραγματοποιούν ή να αποκτούν, υπό οποιαδήποτε μορφή, αντίγραφα ή αποσπάσματα των εν λόγω βιβλίων και αρχείων·

δ)

να απαιτούν από την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων να παρέχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγορίθμους, τη διαχείριση δεδομένων και τις επιχειρηματικές πρακτικές της και να καταγράφουν ή να καταχωρίζουν τις παρασχεθείσες εξηγήσεις με οποιοδήποτε τεχνικό μέσο·

ε)

να σφραγίζουν οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο και βιβλία ή αρχεία καθ’ όλη τη διάρκεια της επιθεώρησης και στον βαθμό που απαιτείται για αυτή·

στ)

να ζητούν από οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού της επιχείρησης ή της ένωσης επιχειρήσεων εξηγήσεις για τα πραγματικά περιστατικά ή τα έγγραφα που συνδέονται με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης και να καταγράφουν τις απαντήσεις με οποιοδήποτε τεχνικό μέσο.

3.   Για τη διενέργεια επιθεωρήσεων, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια ελεγκτών ή εμπειρογνωμόνων που ορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2, καθώς και τη βοήθεια της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

4.   Κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων, η Επιτροπή, οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ορίζονται από αυτήν και η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, μπορούν να απαιτούν από την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων να παράσχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγορίθμους, τη διαχείριση δεδομένων και τις επιχειρηματικές συμπεριφορές της. Η Επιτροπή και οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ορίζονται από αυτήν και η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, μπορούν να απευθύνουν ερωτήσεις σε οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού.

5.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης ασκούν τις εξουσίες τους αφού προηγουμένως επιδείξουν γραπτή εντολή, στην οποία προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επιθεώρησης, καθώς και τα προβλεπόμενα στο άρθρο 30 πρόστιμα που εφαρμόζονται σε περίπτωση ελλιπούς επίδειξης των ζητούμενων βιβλίων ή λοιπών επαγγελματικών εγγράφων ή σε περίπτωση που αποδειχθούν ανακριβείς ή παραπλανητικές οι απαντήσεις σε ερωτήσεις που έχουν τεθεί κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 2 και 4 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή, σε εύθετο χρόνο πριν από τη διενέργεια της επιθεώρησης, ενημερώνει την εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

6.   Οι επιχειρήσεις ή οι ενώσεις επιχειρήσεων υποχρεούνται να υποβληθούν σε επιθεώρηση που έχει διατάξει με απόφασή της η Επιτροπή. Στην εν λόγω απόφαση προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επίσκεψης, καθορίζεται η ημερομηνία έναρξής της και μνημονεύονται τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στα άρθρα 30 και 31 αντίστοιχα, καθώς και το δικαίωμα προσβολής της εν λόγω απόφασης ενώπιον του Δικαστηρίου.

7.   Οι υπάλληλοι της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, και τα εξουσιοδοτημένα ή διορισμένα από αυτήν πρόσωπα, επικουρούν ενεργά, κατόπιν αιτήματος της εν λόγω αρχής ή της Επιτροπής, τους υπαλλήλους και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή. Για τον σκοπό αυτό απολαύουν των εξουσιών που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 4 του παρόντος άρθρου.

8.   Σε περίπτωση που οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή διαπιστώσουν ότι μια επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων εναντιώνεται στη διενέργεια επιθεώρησης που έχει διαταχθεί δυνάμει του παρόντος άρθρου, το οικείο κράτος μέλος τούς παρέχει κάθε αναγκαία συνδρομή, ζητώντας, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τη συνδρομή της αστυνομίας ή ισότιμης αρχής επιβολής του νόμου, προκειμένου να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν την επιθεώρησή τους.

9.   Αν, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες, για τη συνδρομή που προβλέπεται στην παράγραφο 8 του παρόντος άρθρου απαιτείται άδεια δικαστικής αρχής, η Επιτροπή ή η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 ή οι εξουσιοδοτημένοι από τις εν λόγω αρχές υπάλληλοι ζητούν την εν λόγω άδεια. Η εν λόγω άδεια μπορεί επίσης να ζητηθεί ως προληπτικό μέτρο.

10.   Όταν ζητείται η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, η εθνική δικαστική αρχή επαληθεύει τη γνησιότητα της απόφασης της Επιτροπής, καθώς και ότι τα σχεδιαζόμενα μέτρα καταναγκασμού δεν είναι αυθαίρετα ούτε υπέρμετρα αυστηρά σε σχέση με το αντικείμενο της επιθεώρησης. Κατά τον έλεγχο της αναλογικότητας των μέτρων καταναγκασμού που διενεργεί, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή, απευθείας ή μέσω της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, λεπτομερείς εξηγήσεις, ιδίως για τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή έχει υπόνοιες για παράβαση του παρόντος κανονισμού, καθώς και για τη σοβαρότητα της εικαζόμενης παράβασης και τη φύση της εμπλοκής της ενδιαφερόμενης επιχείρησης. Ωστόσο, η εθνική δικαστική αρχή δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα της επιθεώρησης, ούτε να ζητήσει την προσκόμιση των στοιχείων του φακέλου της Επιτροπής. Η αρμοδιότητα για τον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης της Επιτροπής ανήκει αποκλειστικά στο Δικαστήριο.

Άρθρο 27

Πληροφόρηση από τρίτους

1.   Κάθε τρίτος, μεταξύ άλλων επαγγελματίες χρήστες, ανταγωνιστές ή τελικοί χρήστες των βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας που περιλαμβάνονται στην απόφαση ορισμού σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 9, καθώς και οι εκπρόσωποί τους, μπορούν να ενημερώνουν την εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 ή απευθείας την Επιτροπή σχετικά με οποιαδήποτε πρακτική ή συμπεριφορά πυλωρών που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

2.   Η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους, η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6, και η Επιτροπή έχουν απεριόριστη διακριτική ευχέρεια όσον αφορά την επιλογή των κατάλληλων μέτρων και δεν υποχρεούνται να δίνουν συνέχεια στις πληροφορίες που λαμβάνουν.

3.   Εάν η εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους, η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6, κρίνει, με βάση τις πληροφορίες που έχει λάβει σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ότι ενδέχεται να υπάρξει ζήτημα μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές στην Επιτροπή.

Άρθρο 28

Υπηρεσία συμμόρφωσης

1.   Οι πυλωροί συστήνουν υπηρεσία συμμόρφωσης η οποία είναι ανεξάρτητη από τις επιχειρησιακές υπηρεσίες του πυλωρού και απαρτίζεται από έναν ή περισσότερους υπεύθυνους συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένου του προϊστάμενου της υπηρεσίας συμμόρφωσης.

2.   Ο πυλωρός διασφαλίζει ότι η υπηρεσία συμμόρφωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διαθέτει επαρκή εξουσία, κύρος και πόρους, καθώς και πρόσβαση στο διοικητικό όργανο του πυλωρού, προκειμένου να παρακολουθεί τη συμμόρφωση του πυλωρού με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Το διοικητικό όργανο του ρυθμιστή της πρόσβασης διασφαλίζει ότι οι υπεύθυνοι συμμόρφωσης που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 διαθέτουν τα επαγγελματικά προσόντα, τις γνώσεις, την πείρα και την ικανότητα που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 5.

Το διοικητικό όργανο του πυλωρού διασφαλίζει επίσης ότι ο εν λόγω προϊστάμενος της υπηρεσίας συμμόρφωσης είναι ανεξάρτητο ανώτερο διοικητικό στέλεχος με διακριτή ευθύνη για την υπηρεσία συμμόρφωσης.

4.   Ο προϊστάμενος της υπηρεσίας συμμόρφωσης υποβάλλει εκθέσεις απευθείας στο διοικητικό όργανο του πυλωρού και μπορεί να εγείρει ανησυχίες και να προειδοποιεί το εν λόγω όργανο σε περίπτωση που ελλοχεύουν κίνδυνοι μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του διοικητικού οργάνου κατά την άσκηση των εποπτικών και διαχειριστικών του καθηκόντων.

Ο προϊστάμενος της υπηρεσίας συμμόρφωσης δεν απομακρύνεται από τα καθήκοντά του χωρίς προηγούμενη έγκριση του διοικητικού οργάνου του πυλωρού.

5.   Οι υπεύθυνοι συμμόρφωσης που ορίζονται από τον πυλωρό σύμφωνα με την παράγραφο 1 έχουν τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

οργάνωση, παρακολούθηση και εποπτεία των μέτρων και των δραστηριοτήτων των πυλωρών που αποσκοπούν στη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό·

β)

ενημέρωση και παροχή συμβουλών στη διοίκηση και τους υπαλλήλους του πυλωρού σχετικά με τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό·

γ)

κατά περίπτωση, παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τις δεσμεύσεις που καθίστανται υποχρεωτικές σύμφωνα με το άρθρο 25, με την επιφύλαξη της δυνατότητας της Επιτροπής να διορίζει ανεξάρτητους εξωτερικούς εμπειρογνώμονες σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2·

δ)

συνεργασία με την Επιτροπή για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

6.   Οι πυλωροί γνωστοποιούν στην Επιτροπή το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του προϊστάμενου της υπηρεσίας συμμόρφωσης.

7.   Το διοικητικό όργανο του πυλωρού καθορίζει, επιβλέπει και λογοδοτεί για την εφαρμογή των ρυθμίσεων διακυβέρνησης του πυλωρού που διασφαλίζουν την ανεξαρτησία της υπηρεσίας συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων της διάκρισης των ευθυνών στην οργάνωση του πυλωρού και της πρόληψης των συγκρούσεων συμφερόντων.

8.   Το διοικητικό όργανο εγκρίνει και επανεξετάζει περιοδικά, τουλάχιστον μία φορά ετησίως, τις στρατηγικές και τις πολιτικές για την ανάληψη, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.

9.   Το διοικητικό όργανο αφιερώνει επαρκή χρόνο στη διαχείριση και την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό. Συμμετέχει ενεργά στις αποφάσεις που αφορούν τη διαχείριση και την επιβολή του παρόντος κανονισμού και εξασφαλίζει τη διάθεση επαρκών πόρων.

Άρθρο 30

Πρόστιμα

1.   Με την απόφαση για μη συμμόρφωση, η Επιτροπή μπορεί να επιβάλει στον πυλωρό πρόστιμα που δεν υπερβαίνουν το 10 % του συνολικού παγκόσμιου κύκλου εργασιών του κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος σε περίπτωση που διαπιστώσει ότι ο  πυλωρός, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, δεν συμμορφώνεται με:

α)

οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7·

β)

μέτρα που έχουν προσδιοριστεί από την Επιτροπή σε απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2·

γ)

επανορθωτικά μέτρα που επιβλήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1·

δ)

προσωρινά μέτρα που διατάχθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 24· ή

ε)

δεσμεύσεις που κατέστησαν νομικά δεσμευτικές σύμφωνα με το άρθρο 25.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, με την απόφαση για μη συμμόρφωση η Επιτροπή μπορεί να επιβάλει σε πυλωρό πρόστιμα ύψους έως το 20 % του συνολικού παγκόσμιου κύκλου εργασιών του κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος, εάν διαπιστώσει ότι ο πυλωρός έχει διαπράξει την ίδια ή παρόμοια παράβαση υποχρέωσης εκ των οριζομένων στο άρθρο 5, 6 ή 7, σε σχέση με την ίδια βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας που είχε διαπιστωθεί ότι διέπραξε σύμφωνα με απόφαση για μη συμμόρφωση η οποία έχει εκδοθεί κατά τα προηγούμενα οκτώ έτη.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει απόφαση για την επιβολή προστίμων σε επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των πυλωρών, κατά περίπτωση, και ενώσεις επιχειρήσεων, τα οποία δεν υπερβαίνουν το 1 % του συνολικού παγκόσμιου κύκλου εργασιών τους κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος σε περίπτωση που αυτές, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας:

α)

δεν παρέχουν εμπρόθεσμα τις πληροφορίες που απαιτούνται για την αξιολόγηση του ορισμού τους ως πυλωρών σύμφωνα με το άρθρο 3 ή οι πληροφορίες που παρέχουν είναι ανακριβείς, ελλιπείς ή παραπλανητικές·

β)

δεν συμμορφώνονται με την υποχρέωση κοινοποίησης στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3·

γ)

δεν κοινοποιούν πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 14 ή οι πληροφορίες που παρέχουν είναι ανακριβείς, ελλιπείς ή παραπλανητικές·

δ)

δεν υποβάλλουν την περιγραφή που απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 15 ή οι πληροφορίες που παρέχουν είναι ανακριβείς, ελλιπείς ή παραπλανητικές·

ε)

δεν παρέχουν πρόσβαση σε δεδομένα, αλγορίθμους ή πληροφορίες σχετικά με δοκιμές όταν υποβληθεί αίτημα σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3·

στ)

δεν παρέχουν τις πληροφορίες που τους έχουν ζητηθεί εντός της προθεσμίας που έχει καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3 ή παρέχουν ανακριβείς, ελλιπείς ή παραπλανητικές πληροφορίες ή διευκρινίσεις που τους έχουν ζητηθεί σύμφωνα με το άρθρο 21 ή που έχουν δοθεί κατά τη διάρκεια συνέντευξης σύμφωνα με το άρθρο 22·

ζ)

δεν διορθώνουν, εντός της προθεσμίας που έχει ορίσει η Επιτροπή, τις ανακριβείς, ελλιπείς ή παραπλανητικές πληροφορίες που έχει παράσχει εκπρόσωπος ή μέλος του προσωπικού τους ή δεν παρέχουν ή αρνούνται να παράσχουν πλήρεις πληροφορίες σχετικά με πραγματικά στοιχεία που σχετίζονται με το αντικείμενο και τον σκοπό επιθεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 23·

η)

αρνούνται να υποβληθούν σε επιθεώρηση σύμφωνα με το άρθρο 23·

θ)

δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που επέβαλε η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 26·

ι)

δεν συστήνουν υπηρεσία συμμόρφωσης σύμφωνα με το άρθρο 28· ή

ια)

δεν συμμορφώνονται με τους όρους πρόσβασης στον φάκελο της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 4.

4.   Κατά τον καθορισμό του ποσού του προστίμου, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τη σοβαρότητα, τη διάρκεια, την επανάληψη και, για τα πρόστιμα που επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 3, την καθυστέρηση που προκλήθηκε στη διαδικασία.

5.   Σε περίπτωση που επιβάλλεται πρόστιμο σε ένωση επιχειρήσεων βάσει του παγκόσμιου κύκλου εργασιών των μελών της και η εν λόγω ένωση δεν είναι αξιόχρεη, υποχρεούται να ζητήσει συνεισφορές από τα μέλη της προκειμένου να καλύψει το ποσό του προστίμου.

Εάν δεν πραγματοποιηθούν οι συνεισφορές αυτές προς την ένωση επιχειρήσεων εντός της προθεσμίας που έχει ορίσει η Επιτροπή, η Επιτροπή δύναται να απαιτήσει την καταβολή του προστίμου απευθείας από οποιαδήποτε από τις επιχειρήσεις οι εκπρόσωποι των οποίων ανήκαν στα εμπλεκόμενα όργανα λήψης αποφάσεων της εν λόγω ένωσης.

Η Επιτροπή, όταν έχει απαιτήσει πληρωμή σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, μπορεί να απαιτήσει πληρωμή του υπολοίπου από οποιοδήποτε μέλος της ένωσης επιχειρήσεων, στην περίπτωση που είναι απαραίτητο για την εξασφάλιση της ολοσχερούς πληρωμής του προστίμου.

Ωστόσο, η Επιτροπή δεν απαιτεί πληρωμή βάσει του δεύτερου ή τρίτου εδαφίου από επιχειρήσεις που αποδεικνύουν ότι δεν εφάρμοσαν την απόφαση της ένωσης επιχειρήσεων που παρέβη τον παρόντα κανονισμό και είτε δεν είχαν αντιληφθεί την ύπαρξή της είτε είχαν αποστασιοποιηθεί ενεργά από αυτήν προτού κινήσει η Επιτροπή τη διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 20.

Η οικονομική ευθύνη κάθε επιχείρησης όσον αφορά την καταβολή του προστίμου δεν υπερβαίνει το 20 % του συνολικού παγκόσμιου κύκλου εργασιών της κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

Άρθρο 32

Προθεσμίες παραγραφής για την επιβολή κυρώσεων

1.   Οι εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή δυνάμει των άρθρων 30 και 31 υπόκεινται σε πενταετή προθεσμία παραγραφής.

2.   Το χρονικό αυτό διάστημα αρχίζει από την ημέρα διάπραξης της παράβασης. Ωστόσο, αν μια παράβαση είναι διαρκής ή έχει διαπραχθεί κατ' εξακολούθηση, η προθεσμία αρχίζει από την ημέρα παύσης της παράβασης.

3.   Κάθε ενέργεια της Επιτροπής για σκοπούς διερεύνησης της αγοράς ή διαδικασιών σε σχέση με παράβαση επιφέρει διακοπή της προθεσμίας παραγραφής για την επιβολή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών. Η διακοπή της προθεσμίας παραγραφής ισχύει από την ημερομηνία κοινοποίησης της ενέργειας σε μια τουλάχιστον επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων που μετείχε στην παράβαση. Στις ενέργειες που διακόπτουν την προθεσμία παραγραφής συγκαταλέγονται ιδίως οι εξής:

α)

αιτήματα παροχής πληροφοριών από την Επιτροπή·

β)

γραπτές εξουσιοδοτήσεις για τη διενέργεια επιθεωρήσεων που χορηγούνται από την Επιτροπή στους υπαλλήλους της·

γ)

κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20.

4.   Η προθεσμία παραγραφής ξεκινά εκ νέου μετά από κάθε διακοπή. Ωστόσο, η προθεσμία παραγραφής λήγει το αργότερο την ημέρα παρέλευσης χρονικού διαστήματος ίσου με το διπλάσιο της προθεσμίας παραγραφής, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή δεν έχει επιβάλει πρόστιμο ή περιοδική χρηματική ποινή. Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά χρονικό διάστημα ίσο με τον χρόνο αναστολής της παραγραφής κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 5.

5.   Η προθεσμία παραγραφής που ισχύει για την επιβολή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών αναστέλλεται για όσο καιρό η απόφαση της Επιτροπής αποτελεί αντικείμενο εκκρεμούς διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου.

Άρθρο 35

Ετήσια υποβολή εκθέσεων

1.   Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ετήσια έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και την πρόοδο που έχει σημειωθεί ως προς την επίτευξη των στόχων του.

2.   Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει:

α)

σύνοψη των δραστηριοτήτων της Επιτροπής, συμπεριλαμβανομένων τυχόν μέτρων ή αποφάσεων που έχουν εκδοθεί και εν εξελίξει διερευνήσεων της αγοράς σε σχέση με τον παρόντα κανονισμό·

β)

τα πορίσματα που προκύπτουν από την παρακολούθηση της εφαρμογής των υποχρεώσεων που υπέχουν οι πυλωροί δυνάμει του παρόντος κανονισμού·

γ)

αξιολόγηση της ελεγχθείσας περιγραφής που αναφέρεται στο άρθρο 15·

δ)

επισκόπηση της συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών αρχών σε σχέση με τον παρόντα κανονισμό·

ε)

επισκόπηση των δραστηριοτήτων και των καθηκόντων που εκτελούνται από την Ομάδα Υψηλού Επιπέδου Ψηφιακών Ρυθμιστικών Φορέων, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου εφαρμογής των συστάσεών της όσον αφορά την επιβολή του παρόντος κανονισμού.

3.   Η Επιτροπή δημοσιεύει την έκθεση στον ιστότοπό της.

Άρθρο 38

Συνεργασία και συντονισμός με τις εθνικές αρμόδιες αρχές επιβολής κανόνων ανταγωνισμού

1.   Η Επιτροπή και οι εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 συνεργάζονται μεταξύ τους και αλληλοενημερώνονται σχετικά με τα μέτρα επιβολής που λαμβάνουν μέσω του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού (ΕΔΑ). Έχουν την εξουσία να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με όλα τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των εμπιστευτικών πληροφοριών. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή δεν είναι μέλος του ΕΔΑ, η Επιτροπή προβαίνει στις αναγκαίες ρυθμίσεις για τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υποθέσεις που αφορούν την επιβολή του παρόντος κανονισμού και την επιβολή των κανόνων του άρθρου 1 παράγραφος 6 σε υποθέσεις των εν λόγω αρχών. Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει ρυθμίσεις αυτού του είδους με εκτελεστική πράξη κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ).

2.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να κινήσει διερεύνηση σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή για το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης, πριν ή αμέσως μετά την έναρξη του εν λόγω μέτρου. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικές αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 των άλλων κρατών μελών.

3.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να επιβάλει υποχρεώσεις σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, γνωστοποιεί, αιτιολογημένα, το αργότερο 30 ημέρες πριν από την έγκριση, το σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή. Σε περίπτωση προσωρινών μέτρων, η εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 γνωστοποιεί στην Επιτροπή το σχέδιο των προτεινόμενων μέτρων το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο αμέσως μετά την έγκριση τέτοιων μέτρων. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικής αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες στο άρθρο 1 παράγραφος 6των άλλων κρατών μελών.

4.   Οι μηχανισμοί πληροφόρησης που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στις αποφάσεις που προβλέπονται σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες περί συγκεντρώσεων

5.   Πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάμει των παραγράφων 1 έως 3 του παρόντος άρθρου ανταλλάσσονται και χρησιμοποιούνται μόνο για τον συντονισμό της επιβολής του παρόντος κανονισμού και των κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

6.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφο 6 να υποστηρίξουν οποιαδήποτε διερεύνηση της αγοράς που πραγματοποιεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

7.   Εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 μπορεί με δική της πρωτοβουλία να διεξάγει διερεύνηση σε περίπτωση πιθανής μη συμμόρφωσης με τα άρθρα 5, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού στο έδαφός της, όταν έχει τη σχετική αρμοδιότητα και εξουσίες διερεύνησης βάσει του εθνικού δικαίου. Η εν λόγω αρχή ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή προτού λάβει το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης.

Η κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20 απαλλάσσει τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 από τη δυνατότητα διεξαγωγής διερεύνησης ή την περατώνει όταν αυτή είναι ήδη σε εξέλιξη. Οι εν λόγω αρχές υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα πορίσματα μιας τέτοιας διερεύνησης, προκειμένου να στηρίξουν την Επιτροπή στον ρόλο της ως μοναδικής αρχής επιβολής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 40

Ομάδα υψηλού επιπέδου

1.   Η Επιτροπή συγκροτεί ομάδα υψηλού επιπέδου για την πράξη για τις ψηφιακές αγορές («ομάδα υψηλού επιπέδου»).

2.   Η ομάδα υψηλού επιπέδου αποτελείται από τους ακόλουθους ευρωπαϊκούς φορείς και δίκτυα:

α)

Φορέας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες,

β)

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων και Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων,

γ)

Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ανταγωνισμού,

δ)

δίκτυο συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών, και

ε)

ομάδα των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων.

3.   Οι ευρωπαϊκοί φορείς και δίκτυα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 έχουν ισάριθμους εκπροσώπους στην ομάδα υψηλού επιπέδου. Ο ανώτατος αριθμός των μελών της ομάδας υψηλού επιπέδου δεν υπερβαίνει τα 30 μέλη.

4.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει τη γραμματειακή υποστήριξη της ομάδας υψηλού επιπέδου για τη διευκόλυνση του έργου της. Η ομάδα υψηλού επιπέδου προεδρεύεται από την Επιτροπή, η οποία συμμετέχει στις συνεδριάσεις της. Η ομάδα υψηλού επιπέδου συνεδριάζει κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής τουλάχιστον μία φορά ανά ημερολογιακό έτος. Η Επιτροπή συγκαλεί επίσης συνεδρίαση της ομάδας, όταν το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών που απαρτίζουν την ομάδα, προκειμένου να εξεταστεί ένα συγκεκριμένο ζήτημα.

5.   Η ομάδα υψηλού επιπέδου μπορεί να παρέχει στην Επιτροπή συμβουλές και εμπειρογνωσία στους τομείς που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των μελών της, μεταξύ άλλων:

α)

συμβουλές και συστάσεις στο πλαίσιο της εμπειρογνωσίας των μελών της ομάδας σχετικά με οποιοδήποτε γενικό θέμα εφαρμογής ή επιβολής του παρόντος κανονισμού· ή

β)

συμβουλές και εμπειρογνωσία για την προώθηση συνεκτικής ρυθμιστικής προσέγγισης μεταξύ των διαφόρων ρυθμιστικών μέσων.

6.   Η ομάδα υψηλού επιπέδου μπορεί, ειδικότερα, να εντοπίζει και να αξιολογεί τις τρέχουσες και πιθανές αλληλεπιδράσεις μεταξύ του παρόντος κανονισμού και των ειδικών τομεακών κανόνων που εφαρμόζονται από τις εθνικές αρχές που απαρτίζουν τους ευρωπαϊκούς φορείς και δίκτυα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και να υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή, στην οποία παρουσιάζει την εν λόγω αξιολόγηση και εντοπίζει πιθανά ρυθμιστικά ζητήματα που άπτονται των αρμοδιοτήτων διαφορετικών φορέων. Η έκθεση αυτή μπορεί να συνοδεύεται από συστάσεις που αποσκοπούν στη σύγκλιση προς συνεκτικές διεπιστημονικές προσεγγίσεις και συνέργειες μεταξύ της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και άλλων τομεακών κανονισμών. Η έκθεση κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

7.   Στο πλαίσιο των διερευνήσεων της αγοράς σχετικά με νέες υπηρεσίες και νέες πρακτικές, η ομάδα υψηλού επιπέδου μπορεί να παρέχει εμπειρογνωσία στην Επιτροπή σχετικά με την ανάγκη τροποποίησης, προσθήκης ή κατάργησης των κανόνων του παρόντος κανονισμού, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ψηφιακές αγορές σε ολόκληρη την Ένωση είναι διεκδικήσιμες και δίκαιες.

Άρθρο 41

Αίτημα διεξαγωγής διερεύνησης της αγοράς

1.   Τρία ή περισσότερα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν από την Επιτροπή να κινήσει διερεύνηση της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 17 διότι θεωρούν ότι υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι μια επιχείρηση θα πρέπει να οριστεί ως πυλωρός.

2.   Ένα ή περισσότερα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν από την Επιτροπή να κινήσει διερεύνηση της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 18 διότι θεωρούν ότι υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι ένας πυλωρός έχει συστηματικά παραβιάσει μία ή περισσότερες από τις υποχρεώσεις των άρθρων 5, 6 και 7 και ότι έχει διατηρήσει, ενισχύσει ή επεκτείνει τη θέση του ως πυλωρού σε σχέση με τις απαιτήσεις του άρθρου 3 παράγραφος 1.

3.   Τρία ή περισσότερα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν από την Επιτροπή να διεξαγάγει διερεύνηση της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 19 διότι θεωρούν ότι υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι:

α)

μία ή περισσότερες υπηρεσίες του ψηφιακού τομέα θα πρέπει να προστεθούν στον κατάλογο βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας του άρθρου 2 σημείο 2), ή

β)

μία ή περισσότερες πρακτικές δεν αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά με τον παρόντα κανονισμό και ενδεχομένως περιορίζουν τη δυνατότητα διεκδίκησης βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας ή είναι αθέμιτες.

4.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν αποδεικτικά στοιχεία προς υποστήριξη των αιτημάτων τους σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3. Για αιτήματα σύμφωνα με την παράγραφο 3, αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία μπορούν να περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με νεοεισαχθείσες προσφορές προϊόντων, υπηρεσιών, λογισμικού ή χαρακτηριστικών που εγείρουν ανησυχίες ως προς τη δυνατότητα διεκδίκησης ή τον θεμιτό χαρακτήρα, είτε εφαρμόζονται στο πλαίσιο υφιστάμενων βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας είτε με άλλο τρόπο.

5.   Εντός τεσσάρων μηνών από την παραλαβή αιτήματος σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για την κίνηση διερεύνησης αγοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1, 2 ή 3. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της εκτίμησής της.

Άρθρο 53

Επανεξέταση

1.   Έως τις 3 Μαΐου 2026 και εν συνεχεία ανά τριετία, η Επιτροπή αξιολογεί τον παρόντα κανονισμό και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.

2.   Στις αξιολογήσεις εξετάζεται κατά πόσον έχουν επιτευχθεί οι στόχοι του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την εξασφάλιση διεκδικήσιμων και δίκαιων αγορών, καθώς και ο αντίκτυπος του παρόντος κανονισμού σε επαγγελματίες χρήστες, ιδίως ΜΜΕ, και τελικούς χρήστες. Επιπλέον, η Επιτροπή αξιολογεί αν το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 7 μπορεί να επεκταθεί σε επιγραμμικές υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης.

3.   Στις αξιολογήσεις προσδιορίζεται κατά πόσον απαιτείται η τροποποίηση κανόνων, μεταξύ άλλων όσον αφορά τον κατάλογο βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας που προβλέπεται στο άρθρο 2 σημείο 2), τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7 και την επιβολή τους, προκειμένου να διασφαλιστεί η δυνατότητα διεκδίκησης και ο δίκαιος χαρακτήρας των ψηφιακών αγορών σε ολόκληρη την Ένωση. Μετά τις αξιολογήσεις, η Επιτροπή λαμβάνει ενδεδειγμένα μέτρα, που μπορεί να περιλαμβάνουν και νομοθετικές προτάσεις.

4.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών παρέχουν κάθε σχετική πληροφορία που διαθέτουν και που ενδέχεται να χρειαστεί η Επιτροπή για τους σκοπούς της σύνταξης της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1.


whereas









keyboard_arrow_down